ΒΟΤΑΝΑ: Σινάπι (Sinapis Arvensis)

img

Οικογένεια: Brassicaceae, Γένος: Sinapis

Το Σινάπι είναι ένα ετήσιο αυτοφυή ή καλλιεργούμενο, επιζήμιο ζιζάνιο γιατί αναπτύσσεται γρηγορότερα από τα καλλιεργούμενα φυτά και γενικώς τα πνίγει. Ανήκει στην οικογένεια των Σταυρανθών και στην περιοχή της Μεσογείου συναντούμε οκτώ είδη από τα οποία τρία είναι τα πιο γνωστά, το λευκό Σινάπι (Sinapis Alba), το μαύρο Σινάπι (Sinapis Nigra) και το άγριο Σινάπι (Sinapis Arvensis). 

Το άσπρο Σινάπι συναντιέται κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά φύεται και στην Ελλάδα όπου καλλιεργείται σαν λαχανικό. Τα νεαρά φύλλα χρησιμοποιούνται σαν αρωματικό σε σαλάτες ενώ τα μεγαλύτερα φύλλα χρησιμοποιούνται ως βραστό λαχανικό. Παρασκευάζεται επίσης από τους σπόρους του, μουστάρδα πιο ήπιας γεύσης από αυτής του μαύρου.

Το μαύρο Σινάπι το βρίσκουμε στην Ευρώπη, στην Ασία και κυρίως στις Μεσογειακές χώρες. Είναι επίσης γνωστό και ως Λαψάνα ή Βρούβα. Χρήσιμα μέρη του φυτού είναι οι σπόροι του, από τους οποίους γίνεται η μουστάρδα, αλλά και τα φρέσκα φύλλα του. Πρόκειται για πιο σκληρό φυτό με μεγαλύτερη προσαρμογή στην ξηρασία, ενώ η μουστάρδα που παρασκευάζεται από τα σπέρματα του έχει δυνατή γεύση. Επίσης, το αλεύρι που προέρχεται από αυτό χρησιμοποιείται περισσότερο στη φαρμακευτική.

Στην αρχαιότητα ο Διοσκουρίδης και ο Θεόφραστος το αναφέρουν με την ονομασία "Νάπυ", ενώ παρασκεύαζαν από το φυτό τη μουστάρδα που χρησιμοποιούσαν σε ευρεία κλίμακα από το 400 π.Χ. Οι Ρωμαίοι επίσης, λάτρευαν κυριολεκτικά τη μουστάρδα, ενώ το λάδι από τους σπόρους το χρησιμοποιούσαν για εντριβές στο στήθος, τους μυς ή σαν κατάπλασμα στις πονεμένες αρθρώσεις. Πρόσθεταν το λάδι σε ζεστό νερό και έκαναν ποδόλουτρα για τα κρυολογήματα και την αϋπνία. Στο Μεσαίωνα το χρησιμοποιούσαν σα συντηρητικό των τροφών, καθώς έχει την ιδιότητα να σταματά τη δράση των βακτηριδίων. Επίσης, στην Κίνα αναφέρεται ως θεραπευτικό φυτό από το 659 μ.Χ.Το λευκό σινάπι χρησιμοποιήθηκε ευρέως στη λαϊκή ιατρική για τις παθήσεις του πεπτικού, στην αλωπεκία, την επιληψία και στα δαγκώματα από τα φίδια, ενώ λέγεται πως οι παλιοί συνήθιζαν να βάζουν σκόνη μουστάρδας μέσα στις κάλτσες τους για να αποφύγουν τα κρυοπαγήματα από το χιόνι. Επίσης ο Κούλπεπερ (1653) το συνιστούσε για ένα ευρύ φάσμα ασθενειών, όπως κρυολογήματα, πονόδοντους, ρευματικούς πόνους και δερματοπάθειες.

Οι σπόροι του σιναπιού περιέχουν πρωτεΐνες, λίπος, υδατάνθρακες, τέφρα, ασβέστιο, φωσφόρο, σίδηρο, μαγνήσιο, νάτριο, κάλιο και βιταμίνες του συμπλέγματος Β (θειαμίνη, ριβοφλαβίνη και νιασίνη). Το μαύρο σινάπι περιέχει επιπλέον λάδι, φυτικό λεύκωμα, την ουσία μιροσίνη, σάκχαρο, κόμμι και άλατα. 

Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται κυρίως οι σπόροι του λευκού σιναπιού, με δράση αντιμικροβιακή, αντιμυκητιασική, ορεκτική, χωνευτική, εφιδρωτική, αποχρεμπτική και τονωτική. Στη Κίνα χρησιμοποιείται στη θεραπεία του βήχα με άφθονο φλέγμα, στη φυματίωση και την πλευρίτιδα.

Το μαύρο σινάπι δρα επίσης ως ορεκτικό, χωνευτικό, διουρητικό, εμετικό, αλλεργικό και διεγερτικό. Χρησιμοποιείται εξωτερικά ως κατάπλασμα σε ρευματισμούς, μυϊκούς και σκελετικούς πόνους, καθώς προκαλεί υπεραιμία. 

Αναφέρεται επίσης, ότι το αφέψημα των σπόρων του σιναπιού χρησιμοποιείται σε προβλήματα συκωτιού και σπλήνας, ενώ εργαστηριακά πειράματα έχουν δείξει πως η βρώση του φυτού μειώνει τον κίνδυνο προσβολής από ορισμένες μορφές καρκίνου, ιδιαίτερα του παχέως εντέρου και του στομάχου.

Το σινάπι περιέχεται επίσης σε μερικά φαρμακευτικά παρασκευάσματα, όπως αλοιφές και τσιρότα, ενώ το λάδι του προτείνεται για το δυνάμωμα της τρίχας. Ο σιναπόσπορος χρησιμοποιείται σε καρυκεύματα καπνιστού κρέατος, βοδινού και κυνηγιού, ενώ εμπλουτίζει τη γεύση ξιδάτων αγγουριών και λάχανων. Καλό όμως είναι οι υπερτασικοί να το αποφεύγουν.

Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε πως η χρήση του χρειάζεται προσοχή καθώς η υπερκατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε διάρροιες ή ακόμα και δηλητηρίαση.

Οι πληροφορίες που δίνονται είναι καθαρά ενδεικτικές και δεν συνίσταται να λαμβάνετε βότανα αλόγιστα χωρίς τη συμβουλή ειδικού.


ΠΗΓΗ: » www.alternativenaturally.com