ΒΟΤΑΝΑ: Υοσκύαμος (Hyoscyamus Niger) Οικογένεια: Solanaceae, Γένος: Hyoscyamus

img

Πρόκειται για γένος δικοτυλήδονων φυτών, τα οποία ανήκουν στην οικογένεια των Σολανιδών (Solanaceae). Περιλαμβάνει περίπου είκοσι είδη αυτοφυή στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, ενώ στην Ελλάδα υπάρχουν ως αυτοφυή τρία είδη, όπως ο Υοσκύαμος ο λευκός (Hyoscyamus Albus) και ο Υοσκύαμος ο χρυσός (Hyoscyamus Aureus), τα οποία έχουν σχεδόν ίδιες θεραπευτικές ιδιότητες. Στη χώρα μας συναντούμε το φυτό στη Δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, την Εύβοια, τη Λακωνία, τη Κρήτη και τα Επτάνησα με τις κοινές ονομασίες Δύσκιαμος, Γέροντας, Γιατρός, Δαιμοναριά κ.α. Στην βόρειο Κάρπαθο ονομάζεται “Χοιροκουκιά”, που αποτελεί την ακριβή απόδοση της λέξης Υοσκύαμος στην δημοτική, από το: “υς” = χοίρος και “κίαμος” = κουκί.Ο Υοσκύαμος έχει προτίμηση στα νιτρώδη εδάφη και αναπτύσσεται σε απομονωμένα μέρη. Ο βλαστός του είναι εξαιρετικά κολλώδης και όλο το φυτό εκλύει μια δυσάρεστη οσμή σαν να θέλει να προειδοποιήσει τους παρατηρητές για την δηλητηριώδη δράση του. 

Αρχαίοι πρακτικοί όπως ο Διοσκουρίδης χρησιμοποιούσαν τον Υοσκύαμο για να ανακουφίσουν τον πόνο και το κάπνιζαν για να ανακουφιστούν από την δύσπνοια. Κατά τον Διοσκουρίδη το φυτό δρα ως υπνωτικό και παυσίπονο, φυτό πολύτιμο αλλά και επικίνδυνο. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, οι  ιδιότητές του αντικατέστησαν το χλωροφόρμιο στα Γερμανικά χειρουργεία. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ο Ηρακλής είχε ανακαλύψει τις παραισθησιογόνες ιδιότητες του Υοσκύαμου. Οι Ελληνίδες ιέρειες του μαντείου των Δελφών εισέπνεαν τον καπνό από τους σπόρους για να έρθουν σε έκσταση και να βλέπουν οράματα. Οι μαθητές του Ιπποκράτη έδιναν τους σπόρους του φυτού ανακατεμένους με κρασί για τον πυρετό, τον τέτανο και τις παραλύσεις που μπορούν να προκύψουν μετά την γέννα. Τον 18ο αιώνα, οι πρακτικοί ανακάλυψαν τη δράση του ενάντια στην επιληψία, στις μυϊκές συσπάσεις και στο παραλήρημα. Στην Ευρώπη παραδοσιακά έκαιγαν μίγμα θρυμματισμένων φύλλων ή σπόρων Υοσκύαμου  πάνω σε πυρωμένη επιφάνεια και εισέπνεαν τον καπνό για να ανακουφιστούν από τον πονόδοντο και το βρογχικό άσθμα.

Είναι φυτό πολύτιμο αλλά και επικίνδυνο γιατί είναι δηλητηριώδες με ιδιότητες αντισπασμωδικές, αλλά και ναρκωτικές σε μεγάλες ποσότητες. Περιέχει πολλά αλκαλοειδή (υοσκυαμίνη, ατροπίνη, σκοπολαμίνη). Όταν αποξηρανθεί, η υοσκυαμίνη μετατρέπεται μερικώς σε ατροπίνη, με ενζυματική δράση. Περιέχει ακόμη παρασιτοκτόνες ουσίες και φλαβονοειδή.
Έχει αντισπασμωδική δράση στις λείες μυϊκές ίνες κυρίως του πεπτικού και αναπνευστικού συστήματος. Ανακουφίζει από τον πόνο, έχει σημαντική δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, το οποίο, ανάλογα με την δόση που χορηγήθηκε και την ανταπόκριση του κάθε ατόμου, προκαλεί διέγερση. Διαθέτει επίσης ηρεμιστικές ιδιότητες. Εσωτερικά, έχει χαλαρωτική επίδραση στους μύες, ενισχύει την αναπνοή και το πεπτικό σύστημα, ανακουφίζει από τον έντονο πόνο και ηρεμεί ένα διαταραγμένο κεντρικό νευρικό σύστημα. Εξωτερικά χρησιμοποιείται για να μαλακώσει το σκληρό, κατεστραμμένο ουλώδη ιστό.

Τα αποξηραμένα φύλλα αυτούσια χρησιμοποιούνται για κάπνισμα γιατί καταπραΰνουν τις κρίσεις του άσθματος. Στην ομοιοπαθητική, χρησιμοποιούν σαν καταπραϋντικό ένα βάμμα, που το παρασκευάζουν από το νωπό φυτό.
Το φυτό είναι πολύ δραστικό. Η χρήση του πρέπει να γίνεται μόνο κάτω από τις οδηγίες ιατρού ή έμπειρου βοτανοθεραπευτή. Υπερβολική δόση προκαλεί διαταραχές στην όραση, σπασμούς, κώμα και θάνατο από ανακοπή της αναπνοής ή της καρδιάς. 

Οι πληροφορίες που δίνονται είναι καθαρά ενδεικτικές και δεν συνίσταται να λαμβάνετε βότανα αλόγιστα χωρίς τη συμβουλή ειδικού.