ΔΙΑΤΡΟΦΗ: Διαβήτης: Πόσο μειώνει τον κίνδυνο η καθημερινή κατανάλωση φρούτων

img

Η καθημερινή κατανάλωση φρούτων μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη, καθώς και των αγγειακών επιπλοκών του, σύμφωνα με βρετανούς επιστήμονες.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης μελέτησαν από το 2004 έως το 2008 510.000 ενήλικες, ηλικίας 30-79 ετών.

Στα 7 έτη που ακολούθησαν καταγράφηκαν 9.504 νέες περιπτώσεις διαβήτη μεταξύ των 480.000 ατόμων χωρίς διαβήτη. Μεταξύ περίπου 30.000 ατόμων με διαβήτη εξ αρχής, καταγράφηκαν 3.389 θάνατοι, 9.746 περιπτώσεις μακροαγγρειακής νόσου και 1.345 μικροαγγειακής νόσου.

Για όσους εξ αρχής δεν έπασχαν από διαβήτη, η καθημερινή κατανάλωση φρούτων σχετίστηκε με 12% μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου. Επίσης, όσο αυξανόταν η κατανάλωση των φρούτων, τόσο μειωνόταν ο κίνδυνος νόσησης, με κάθε ημερήσια μερίδα να συντελεί σε 12% μείωση κινδύνου.

Ο συσχετισμός δεν αλλοιώθηκε όταν συνεκτιμήθηκαν η ηλικία, το φύλο, η περιοχή, η εποχή, το κάπνισμα, το αλκοόλ, η σωματική άσκηση, ο Δείκτης Μάζας Σώματος και το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Τα άτομα που είχαν διαβήτη εξ αρχής, όταν κατανάλωναν 100 γραμμάρια φρέσκα φρούτα καθημερινά είχαν μικρότερο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και μικροαγγειακών και μακροαγγειακών επιπλοκών.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα φυσικά σάκχαρα των φρούτων δεν μεταβολίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα ραφιναρισμένα. Επίσης, τα φρούτα είναι καλή πηγή φυτικών ινών, μεταλλικών στοιχείων και αντιοξειδωτικών που ωφελούν τον μεταβολισμό και μεταβάλλουν τη σύσταση και μεταβολική δραστηριότητα του εντερικού μικροβιώματος. Αυτά όλα συντελούν σε μειωμένο κίνδυνο διαβήτη και αγγειακών επιπλοκών, μεταξύ όσων έχουν ήδη εκδηλώσει διαβήτη.

Πολλοί ασθενείς με διαβήτη πιστεύουν λανθασμένα ότι η κατανάλωση φρούτων συντελεί σε αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα. Ωστόσο, η μελέτη δείχνει ότι δεν υπάρχει τέτοια σχέση, ενώ διαπιστώθηκε ότι το σάκχαρο ήταν ελαφρώς χαμηλότερο στα άτομα που έτρωγαν καθημερινά φρέσκα φρούτα.

Τα ευρήματα της επιδημιολογικής μελέτης δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό έντυπο PLOS Medicine.


ΠΗΓΗ: » fanpage.gr