Το χρονικό των μεγάλων αποχωρήσεων πολυεθνικών επιχειρήσεων με παραγωγικές εγκαταστάσεις, αλλά και διεθνών φιρμών με δίκτυα πωλήσεων από την ελληνική αγορά τις τελευταίες δεκαετίες - Τι έδειξε το πρόσφατο «αντίο» της Pizza Hut
Ακόμη και το άκουσμά της φέρνει ένα γλυκό – αν και με κομψή αλμυρή νότα – αίσθημα νοσταλγίας. Είχα δοκιμάσει ένα ή περισσότερα κομμάτια της εμβληματικής για την εποχή της Greek Lover’s της Pizza Hut. Το τι είχε εκείνο το κομμάτι της προσαρμοσμένης στα ελληνικά γευστικά δεδομένα πολυεθνικής πίτσας δεν περιγράφεται. Σκέτη εμπειρία. «Δύο στρώσεις από τυρί μοτσαρέλα, σπέσιαλ σάλτσα ντομάτας, φρέσκια ντομάτα, τυρί φέτα, μαύρες ελιές, ρίγανη, πράσινη πιπεριά, κρεμμύδι…». Μέχρι εδώ και φθάνει…
Το φετινό παράξενο καλοκαίρι – το καλοκαίρι της πανδημίας και του αόρατου φονικού Covid-19 – το κομμάτι της Greek Lover’s θα παραμένει οριστικά μισοφαγωμένο, αφημένο σε μια γωνία ενός κλειστού καταστήματος της αμερικανικής φίρμας που κάποτε αποτελούσε έναν από τους σημαιοφόρους της νέας καταναλωτικής συμπεριφοράς που έφερνε μαζί της η εισβολή και η εδραίωση της γρήγορης εστίασης.
Οι φωτεινές επιγραφές της φίρμας έχουν πια σβήσει οριστικά. Η Pizza Hut είναι παρελθόν. Λίγο οι επιπτώσεις της πανδημίας με τα περιοριστικά μέτρα (κλείσιμο εστιατορίων), λίγο οι νέες συνήθειες των καταναλωτών που προτίμησαν το delivery αλλά και το take away συν ένα τεράστιο οικονομικό βάρος (σε απλά ελληνικά, συσσωρευμένες ζημιές) οδήγησαν τη φίρμα στην «έξοδό» της από την ελληνική αγορά.
Άλλωστε, η Pizza Hut δεν είναι η μοναδική πολυεθνική που έχασε τη μάχη στη Ελλάδα όπου ηγεμονεύει το σουβλάκι αλλά και το ελληνικής γευστικής ιδιαιτερότητας fast food. Να θυμηθούμε οι παλαιότεροι την τύχη της Wendy’s με το εξαιρετικής ποιότητας μπιφτέκι της στο Σύνταγμα, στη συμβολή της Σταδίου με τη Βουκουρεστίου, στο κτίριο του τότε Μετοχικού Ταμείου Στρατού;
Η πρόσφατη «έξοδος» της πολυεθνικής φίρμας εστιατορίων γρήγορης εστίασης ήταν μια καλή αφορμή για να θυμηθούμε παρόμοιες επιλογές και αποφάσεις – άλλοτε λόγω πολιτικής και πολιτικών και άλλοτε λόγω της ίδιας της αγοράς και του ανταγωνισμού.
Ανέφερα ήδη τη Wendy’s, την οποία έφερε ως φίρμα ο Γιώργος Νίκας, γιος του ιδρυτή της ομώνυμης οικογενειακής αλλαντοβιομηχανίας στα τέλη της δεκαετίας του ’80, για να αποσυρθεί μια και καλή μια δεκαετία αργότερα χωρίς να ενδιαφερθεί κανείς να συνεχίσει την παρουσία της.
Δύο λουκέτα που πόνεσαν Πάτρα και Θεσσαλονίκη
Οι παλαιότεροι όμως θυμούνται – δεν μπορεί να μη θυμούνται – δύο πολύ δυνατές «εξόδους» από την ελληνική αγορά – «έξοδοι» που συνοδεύτηκαν και με λουκέτα παραγωγικών δυνάμεων όπως το εργοστάσιο παραγωγής ελαστικών της Pirelli στην Πάτρα αλλά και το εργοστάσιο – επίσης, παραγωγής ελαστικών – της Goodyear στη Θεσσαλονίκη.
Τα δύο λουκέτα που πόνεσαν όσο τίποτα τις τοπικές αγορές και κοινωνίες – απώλειες θέσεων εργασίας και εισοδημάτων, μείωση τζίρου για τις τοπικές επιχειρήσεις κ.λπ. – είχαν μεταξύ τους μια χρονική διαφορά μιας πενταετίας. Το 1991 το πρώτο στην Πάτρα. Το 1996 το δεύτερο στη Θεσσαλονίκη.
Αν ανατρέξει κανείς σε δημοσιεύματα εκείνης της εποχής θα πληροφορηθεί ότι η απόφαση της ιταλικής πολυεθνικής – Νο1 παραγωγός ελαστικών στο κόσμο – να ιδρύσει παραγωγική μονάδα στην Πάτρα είχε να κάνει με μια προσωπική συμφωνία του αφεντικού της, του Λεοπόλντο Πιρέλι με τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Το εργοστάσιο έκλεισε το καλοκαίρι του 1991 – κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη – και μεταφέρθηκε στη γειτονική Τουρκία με συνοπτικές διαδικασίες. Ο ουσιαστικός λόγος δεν ήταν σε καμία περίπτωση οι εργατικές διεκδικήσεις και τα όποια συνδικαλιστικά τερτίπια αλλά οι δημόσιες προμήθειες, δηλαδή οι προμήθειες σε ελεγχόμενους από το κράτος και την κυβέρνηση συγκοινωνιακούς και άλλους φορείς και υπηρεσίες.
Πέντε χρόνια αργότερα ήρθε και το δεύτερο λουκέτο πολυεθνικής ελαστικών. Η αμερικανική Goodyear αποφάσισε να κλείσει το εργοστάσιο της θυγατρικής Goodyear Hellas στη Θεσσαλονίκη, το μοναδικό εργοστάσιο ελαστικών που είχε απομείνει στη χώρα. Τα αφεντικά της στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού προτίμησαν να μεταφέρουν τις παραγωγικές δραστηριότητές τους από την Ελλάδα στη γειτονική Τουρκία αλλά και στην Πολωνία, που φάνταζε ως το καινούργιο Ελντοράντο μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου.
Παρά τις εκκλήσεις της κυβέρνησης Κώστα Σημίτη οι αμερικανοί μεγαλοσχήμονες της διοίκησης είχαν κλείσει τα αφτιά και παρέμειναν σταθερά στις θέσεις του. Με άλλα λόγια, η Goodyear είχε ωφεληθεί τα μέγιστα από το λουκέτο της Pirelli και οι δουλειές της με το Δημόσιο είχαν πάρει έναν ιδιαίτερα προνομιακό χαρακτήρα. Παρ’ όλα αυτά η Goodyear επέλεξε τον δρόμο της επιχειρηματικής και παραγωγικής μετανάστευσης.
Η μεγάλη φυγή των διεθνών τραπεζών
Αλλά, για να έρθουμε και στον τραπεζικό τομέα. Η μεγαλύτερη αποχώρηση – λόγω και των προσδοκιών που είχαν αναπτυχθεί – ήταν εκείνη της γαλλικής Credit Agricole. Οι Γάλλοι είχαν καταβάλει το 2006 το ποσό των 3 δισ. ευρώ για την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στην Εμπορική Τράπεζα, ενώ τα επόμενα χρόνια χρειάστηκε να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Συνολικά, η «περιπέτεια» της Εμπορικής Τράπεζας κόστισε στους Γάλλους περίπου 7 δισ. ευρώ. Την 1η Φεβρουαρίου 2013, το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου της Εμπορικής μεταβιβάσθηκε από την Crédit Agricole στην Alpha Bank, οι οποίες είχαν υπογράψει συμφωνία εξαγοράς της Εμπορικής, τη 16η Οκτωβρίου 2012, ενώ στις 28 Ιουνίου 2013 ολοκληρώθηκε η νομική συγχώνευση των δύο ιστορικών ελληνικών τραπεζών, με την πλήρη απορρόφηση της Εμπορικής Τράπεζας από την Alpha Bank.
Οι αποχωρήσεις των μεγάλων διεθνών τραπεζών είχαν πάρει από χρόνια μορφή επιδημίας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις, η έξοδος της Citigroup αλλά και της ΒΝΡ Paribas και της Societe Generale, καθώς και των φουριόζων Πορτογάλων της Banco Commercial Portugues που συνεργάστηκαν με τον Δημήτρη Κοντομηνά στη Millenium Bank.
Κράτησα για το κλείσιμο τις διεθνείς φίρμες του λιανικού εμπορίου. Ποιος θυμάται τo εναλλακτικό FNAC των μεγάλων προσδοκιών αλλά και τους συμπατριώτες τους που έφεραν στην Ελλάδα την έννοια της Υπεραγοράς στο Λιανεμπόριο, όπως το Continent και το Carrefour; Μήπως ήταν τυχαία η συνεργασία τους με τον Ομιλο Μαρινόπουλου;
Να θυμίσω ακόμη τους γερμανικούς ομίλους Metro, Aldi και Saturn που ήλθαν, είδαν και απήλθαν…
Ενα πλήθος ονομάτων από διεθνείς φίρμες που με τον έναν ή άλλον τρόπο, με ή χωρίς έλληνες συνεργάτες πίστεψαν ότι η μικρή αυτή αγορά με τους ενθουσιώδεις καταναλωτές αλλά και το ευμετάβλητο πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας θα μπορούσε να δώσει επιδόσεις και μερίδια… Δυστυχώς, για τις διεθνείς φίρμες και τις διοικήσεις τους, κάτι τέτοιο δεν συνέβη γιατί η ελληνική αγορά αλλά και η ελληνική πολιτική τάξη έχουν τους δικούς τους ιδιαίτερα πολύπλοκους και πολυσύνθετους κανόνες του παιχνιδιού.