Στον καιρό της ανο(η)σίας της αγέλης, της οικονομίας, της πολιτικής και της επιστήμης, το πλέον ανησυχητικό φαίνεται να είναι πως, για πρώτη ίσως φορά στην Ιστορία, ακόμη και από ανθρώπους που με δημόσια εκφορά λόγου δεν θα το περίμενες ποτέ, εντούτοις και αυτοί, έγιναν φορείς «καθαρών τεχνοκρατικών-εξουσιαστικών» θεωριών για το ρόλο και τη λειτουργία της επιστήμης και της οικονομετρίας.
Συμφωνώ με την διατύπωση πως "η άρνηση στο δικαίωμα της κριτικής είναι σκληρός συντηρητισμός. Ας το κατανοήσουν σε όποιο σημείο του πολιτικού φάσματος κι αν βρίσκονται ορισμένοι , ότι δεν υπάρχουν πια απαγορεύσεις στην κριτική".
Ας αφήσουν το μανιπουλάρισμα, με υποσχέσεις για λεφτόδεντρα που τελικά θα πάνε στους λίγους και συμπεριφορές προς "ένα κοπάδι που τα έχει χαμένα" που γράφει και ο Γουόλτερ Λίπμαν , για την διαχειριστική ελίτ της εκάστοτε εξουσίας με συμπεριφορές "big brother" προς τους εξουσιαζόμενους.
Η ρίζα της προπαγάνδας ετυμολογικά έρχεται από το λατινικό propagare, διαδίδω δηλαδή και μάλιστα με το απόλυτο όπλο της ,την επανάληψη στα όρια της εμμονής: "Αν θέλουμε να κάνουμε μια ιδέα να διεισδύσει στις μάζες, πρέπει να την επαναλαμβάνουμε συνεχώς και πάντα. Η προπαγάνδα δεν γνωρίζει περιορισμούς στην ικανότητα προσαρμογής της". Αυτά έλεγε ο "μαέστρος της προπαγάνδας" στην εποχή της Ναζιστικής Γερμανίας του μεσοπολέμου, Γιόζεφ Γκαίμπελς.
Ο Μισέλ Φουκώ (Foucault) και όχι το "Εκκρεμές του Φουκώ" του Ουμπέρτο Έκο, στο έργο του «Επιτήρηση και τιμωρία: Η γέννηση της φυλακής», αναλύει τον σχεδιασμό ενός κτηρίου σε σχήμα πανοπτικού, το οποίο σχεδίασε ο Άγγλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Jeremy Bentham για ένα νέο τύπο φυλακής, που επιτρέπει τη συνεχή επίβλεψη των κρατουμένων. Στο Πανοπτικόν ένας κεντρικός πύργος επιτρέπει στους δεσμοφύλακες τη συνεχή παρακολούθηση κάθε κελιού της φυλακής σε σχήμα δακτυλίου.Με αυτό το σχήμα υπάρχει η εγγύηση για την πειθαρχία των κρατουμένων μέσω της δυνητικής εποπτείας, καθώς ο κρατούμενος δε γνωρίζει αν και πότε ακριβώς παρακολουθείται. Η πιθανότητα όμως της παρακολούθησης κάνει τους κρατούμενος να επιτηρούν οι ίδιοι τους εαυτούς τους. Είναι δηλαδή αυτοφρουρούμενοι."Η τελειότητα της εξουσίας" λέει ο Foucault, υπάρχει στην τάση της "να καθιστά περιττή τη συγκεκριμένη άσκησή της".
Κάπως έτσι , από το "πάνω από όλα ο άνθρωπος", μπαίνουμε στη φάση των "γεφυρών μετάβασης" και από φάση σε φάση μέχρι την "Ιθάκη" της πολυπόθητης επανάκαμψης της Ανάπτυξης ! Ποιάς ανάπτυξης όμως για όλους όπως με επίταση αλλά εκφραστικά και νοηματικά ατυχώς χρησιμοποιείται από πολλούς και ενώ αφορά ολίγους;
Εδώ είναι που έρχεται στο νου η περίφημη φράση του αποκαλυπτικού στη περιγραφή της βίας της εξουσίας και ωμού κοινωνικού παρατηρητή, Μπέρναντ Σω: "ο κόσμος αποτελείται από τους τεμπέληδες που θέλουν να έχουν λεφτά χωρίς να δουλεύουν και ηλίθιους έτοιμους να δουλεύουν χωρίς να πλουτίσουν".
Ανασκουμπωθείτε, πίσω από τις όμορφες προτάσεις που συγκροτούνται από όμορφες λέξεις, ανθρώπινες υπάρξεις "όμορφα θα καίγονται". Υπάρχει μια πανάρχαια εξιστόρηση συζήτησης εξόχως συγκλονιστική όσο κι αν μοιάζει εξαιρετικά απλοϊκή, μεταξύ του Πλάτωνα και του κυνικού Διογένη, όταν ο περιπατητής φιλόσοφος συναντά τον κυνικό (Κύων) ή τον αποκαλούμενο από τον ίδιο , λόγω του ότι του θύμιζε τον δάσκαλο του ως "Σωκράτη Μαινόμενο", να τρώει κάτω από μια Ιτιά μέσα στη κάψα του μεσημεριού, μπαγιάτικο ψωμί και ελιές λέγοντας του: "Αν πήγαινες στον Διονύσιο (τύραννος των Συρακουσών), τώρα δεν θα χρειαζόταν να τρως ψωμί και ελιές". Η αντεστραμμένη απάντηση του Διογένη αφοπλίζει: "Αν έτρωγες, Πλάτωνά μου, ψωμί και ελιές, τώρα δεν θα χρειαζόταν να πας στον Διονύσιο".
Η εφαρμογή οποιασδήποτε Πολιτικής και τα μέτρα που την συνοδεύουν, στηρίζουν και υποστηρίζουν, είναι επιλογές ανθρώπων και όχι ουδέτεροι θεσμικοί μονόδρομοι, τεχνοκρατικών βεβαιοτήτων. Στο όνομα των τελευταίων μπορεί απλά να κρύβονται για να μην φαίνεται κάθε φορά η ουσία της πολιτικής τους επιλογής.
Αντί επιλόγου ως "αντίδωρο" κάτι που μέσα σας , όποια επιλογή κι αν κάνετε, σηκώνει μεγάλη συζήτηση:
Απόσπασμα από το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Che fece ... il gran rifiuto»:
«Σέ μερικούς ἀνθρώπους ἔρχεται μια μέρα ποῦ πρέπει τό μεγάλο Ναί ἢ τό μεγάλο τό Ὄχι νά ποῦνε.
Φανερώνεται ἀμέσως ὅποιος τὤχει ἕτοιμο μέσα του τό Ναί, καί λέγοντάς το πέρα πηγαίνει στήν τιμή καί στήν πεποίθησί του.
Ὁ ἀρνηθείς δέν μετανοιώνει. Ἄν ρωτιοῦνταν πάλι, ὄχι θά ξαναέλεγε.
Κι’ ὅμως τόν καταβάλλει ἐκεῖνο τ’ ὄχι — τό σωστό — εἰς ὅλην τήν ζωή του».
Υ.Γ. Η Γέφυρα του Νταλί ήταν πάντως γκρεμισμένη για τους πολλούς και το πέρασμα της ήθελε υπέρβαση...