Η Έλλη Στασινοπούλου, παρά τα προβλήματα στο γάμο της και τις οικονομικές δυσκολίες, δίδαξε στις κόρες της να είναι πάντα ανοιχτόκαρδες και να έχουν «ακλόνητη εμπιστοσύνη στη ζωή». Σήμερα, η Αγάπη μάς εξηγεί τι μπορούμε όλοι να μάθουμε από τις ελληνίδες μαμάδες για τη ζωή, την αγάπη και το «γίγαντα εαυτό» μας.
Οι γυναίκες έχουν μεγάλη δύναμη, έλεγε πάντα η μαμά μου. Μέσα μας κουβαλάμε τη Θεά Αφροδίτη, την Αθηνά, την Άρτεμις, την Ήρα… είμαστε οι θεές της ομορφιάς και της σοφίας, οι θεές του κυνηγιού και του φεγγαριού, οι θεές του γάμου και της μητρότητας. Δεν είμαστε οι θεές ούτε των κινητών ούτε των φούρνων μικροκυμάτων.
Λίγα χρόνια πριν, ψάχναμε με τη μαμά μου διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη (μέναμε μαζί τότε). Κάποια στιγμή βρήκαμε ένα που της άρεσε πολύ, αλλά ήταν πολύ ακριβό και δεν υπήρχε περίπτωση να μείνουμε εκεί. Όταν ήρθε η σπιτονοικοκυρά, η μαμά μου κάθισε μαζί της στον καναπέ κι άρχισαν την κουβέντα για την Αγγλία και μια συνταγή γιαουρτιού. «Πήγε 12.30», της λέω. «Πρέπει να φύγουμε να δούμε κι άλλα διαμερίσματα». «Αγάπη μου, μη βιάζεσαι. Δεν πρόκειται να χάσω αυτή την όμορφη στιγμή για να δω σπίτια», μου απάντησε.
Όταν ήμουν μικρή και δεν μπορούσα να κάνω κάτι, όπως να μάθω τα βήματα ενός χορού ή να αποστηθίσω ένα ρόλο, η μαμά μου μου έλεγε: «Αγάπη μου, δώσε όλη σου την προσοχή. Αν δεν τα καταφέρεις, θα είναι επειδή δεν θα έχεις δώσει όλη σου την προσοχή».
Όταν ήμουν 14 και ο πατέρας μου μας είχε εγκαταλείψει, της λέω: «Μαμά, θέλω να πάω στη Δραματική να γίνω ηθοποιός». Τότε, μέναμε σε μια γκαρσονιέρα στο κέντρο της Αθήνας μαζί με την αδερφή μου και μια συμμαθήτριά μου μου είχε μιλήσει για τη Royal Academy of Dramatic Arts στο Λονδίνο. Είχα χαράξει τα αρχικά της «RADA» στο γραφειάκι μου, για να μου θυμίζουν συνεχώς το στόχο μου.
Η μαμά μου, ξέροντας πόσο απεγνωσμένα ήθελα να μπω στη σχολή και παρά τα οικονομικά μας προβλήματα, μου είπε με ενθουσιασμό: «Λοιπόν, θα πας! Ας βρούμε το δάσκαλο που θα σε βοηθήσει να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητα». Κι από τη στιγμή εκείνη έδωσε όλη της την προσοχή στο όνειρό μου. Ρώτησε γνωστούς και άγνωστες και τελικά κατάφερε να βρει ένα δάσκαλο που αποφοίτησε από τη RADA.
Όταν πήγαμε να τον συναντήσουμε, η μαμά μου του είπε: «Γεια σας. Είμαι η Έλλη κι αυτή είναι η κόρη μου, η Αγάπη, και θέλει να πάει στη RADA». Εκείνος μ” έφερε σ” επαφή με το δικό του δάσκαλο κι έτσι έγινα δεκτή στη σχολή και πήγα στην Αγγλία – παρόλο που μητρική μου γλώσσα ήταν τα Ελληνικά (κι όχι τα Αγγλικά).
Όλοι μας περνάμε φάσεις απογοήτευσης στη ζωή μας, όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα υπολογίζαμε – είτε στα προσωπικά είτε στα επαγγελματικά μας. Αλλά η μαμά μου μου έλεγε συχνά: «Άλλαξε κανάλι! Είναι στο Κανάλι της Απογοήτευσης πολύ καιρό τώρα. Και πριν απ” αυτό, ήσουν στο Κανάλι τού Κατηγορώ τον Εαυτό μου! Άλλαξε κανάλι και γύρνα το στο Κανάλι Αγαπώ τον Εαυτό μου ή σε όποιο άλλο θες». Κι αυτό που εννοούσε ήταν να επαναπροσδιορίζεις τη σκέψη σου και να συγκεντρώνεσαι σ” αυτό που θες να συμβεί κι όχι σ” αυτό που φοβάσαι και που σ” εμποδίζει να το πετύχεις.
Η μαμά μου ήταν πολύ ανοιχτόκαρδη και δεν ξεχώριζε τους ανθρώπους. Δεν είχε κανένα πρόβλημα να κάνει ένα τραπέζι και να βάλει τον υδραυλικό δίπλα στον πρωθυπουργό. Επίσης, πίστευε ότι το φαγητό φέρνει τους ανθρώπους κοντά και ρίχνει τα τείχη της διαφορετικότητας. Αυτή είναι η λογική των Ελλήνων και η λογική της δικής μας οικογένειας – να προσκαλείς στο τραπέζι σου ανθρώπους, να τους δείχνεις την αγάπη σου και το ενδιαφέρον σου μέσα από παραδοσιακές λιχουδιές όπως η σπανακόπιτα. Στα τραπέζια, η μαμά μου έκλεινε παλιές πληγές κι έκανε νέους φίλους. Και μας τόνιζε πάντα ότι, αποκλείοντας ανθρώπους, είναι σαν να αρνείσαι τη μοναδική ευκαιρία που έχεις να εξελιχθείς, άρα να ζήσεις.
Τη μαμά μου δεν την άγγιζαν οι φόβοι. Στο Β” Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού και μια μέρα οι Γερμανοί έκαναν έφοδο εκεί όπου φρόντιζαν τους τραυματίες και έκρυβαν τους Εβραίους. Όταν οι στρατιώτες άρχισαν να πυροβολούν, η μαμά μου χωρίς κανένα δισταγμό όρθωσε το ανάστημά της λέγοντας σε άπταιστα γερμανικά: «Κατεβάστε τα όπλα! Εδώ είναι ο Ερυθρός Σταυρός!». Και τότε οι Γερμανοί, ακολουθώντας την εντολή της, κατέβασαν τα όπλα. Σ” αυτήν ακριβώς τη στιγμή αναφέρεται η μαμά μου όταν λέει ότι βρήκε το «γίγαντα εαυτό» της. Όποιος κι αν είσαι, να θυμάσαι ότι μέσα σου κρύβεις ένα «γίγαντα εαυτό», που μπορεί να κάνει τα πάντα, αρκεί να πιστέψεις σ” αυτόν. Το μυαλό μας έχει τεράστια δύναμη,και η μαμά μου δεν το ξεχνούσε ποτέ αυτό. Ακόμα κι όταν την πλήγωνε ο πατέρας μου, π.χ., με εξωσυζυγικές σχέσεις (όπου τελικά κατάφερε να τον αφήσει), ανέτρεχε πάντα σ” εκείνη τη στιγμή κι έλεγε στον εαυτό της: «Είμαι η γυναίκα που κατάφερε να το κάνει». Όλοι μας έχουμε τέτοιες στιγμές στη ζωή μας – ίσως όχι με Ναζί και όπλα, αλλά στιγμές θάρρους και πίστης, όπου βγαίνει ο «γίγαντας εαυτός» μας.
Είχαμε έναν οικογενειακό φίλο από τη Θεσσαλονίκη, που ήταν επιτυχημένος και πλούσιος. Κάποια στιγμή που ήρθε για να τον φιλοξενήσουμε, είχε πάρει πολλά κιλά και δυσκολευόταν ακόμα και ν” ανέβει τις σκάλες στο σπίτι μας. Τότε η μαμά μου τον κοίταξε και του είπε: «Όσα χρήματα κι αν βγάζεις από τη δουλειά σου, δεν έχουν κανένα νόημα αν δεν προσέχεις τον εαυτό σου! Καπνίζεις, τρως ό,τι να “ναι και δεν ξεκουράζεσαι! Εσύ είσαι η πιο σημαντική επένδυση κι έχεις αφήσει ελάχιστες αναλήψεις πια από το κεφάλαιο της ζωής σου. Θα χρεοκοπήσεις, αν δεν αρχίσεις σύντομα να κάνεις και μερικές καταθέσεις!». Έτσι τον πήρε και τον πήγε στο νοσοκομείο, όπου βρήκαν ότι είχε φραγμένες αρτηρίες.
Σ” όλη μου τη ζωή, θυμάμαι αυτή τη φράση κάθε φορά που πιάνω τον εαυτό μου να χάνεται στο τρέξιμο και τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Όλοι μας χρειάζεται να βάζουμε φρένο για λίγο και να φροντίζουμε το πιο σημαντικό «εφόδιο» της ζωής μας: την υγεία μας – τον εαυτό μας.
Όταν μετακόμισα στη Νέα Υόρκη για να μείνω μόνη μου, ήταν μια δύσκολη εμπειρία για μένα, μια μεγάλη πρόκληση, μια περίοδος γεμάτη μοναξιά. Έγραφα το πρώτο μου βιβλίο και μου έλειπε πολύ η οικογένειά μου. Η μαμά μου συχνά μου τηλεφωνούσε και μου τραγουδούσε διάφορα ελληνικά τραγούδια, για την αγάπη, τη ζωή και τη θάλασσα. Πολλές φορές τα άφηνε και ως μηνύματα στον τηλεφωνητή μου. Τώρα πια, όταν δεν είμαι καλά, το κάνω μόνη μου στον εαυτό μου. Δεν με απασχολεί το μέρος… όπου κι αν βρίσκομαι, τραγουδάω, κι αυτό με χαλαρώνει και με βοηθάει ν” αποβάλλω το άγχος.
Η μαμά μου έφυγε από τη ζωή πριν από 12 χρόνια. Ήμουν στο πλευρό της και της κρατούσα το χέρι. Σήμερα, μπορώ ακόμα να ακούω τη φωνή της να μου μιλάει. Ακούω όλα όσα μου έγραφε στα γράμματά της, όταν ήμουν για σπουδές – μόνη κι έρημη: «Αγάπη μου, όταν νιώθεις θλίψη, να θυμάσαι ότι εδώ ήρθες για να είσαι χαρούμενη, όχι για να ανησυχείς και να στεναχωριέσαι. Δεν ήρθες στη ζωή για να είσαι καλή στα Μαθηματικά (επειδή ήμουν πολύ κακή σ” αυτό το μάθημα). Δεν είναι αυτός ο λόγος που ήρθες στη Γη. Ο μόνος λόγος που ήρθες σ” αυτό τον κόσμο είναι για να είσαι χαρούμενη και να δίνεις χαρά. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχουμε έρθει εδώ όλοι μας».
E-Mail: www.enallaktika.gr@gmail.com